Osela In Life
Friday, May 30, 2008
Soon Or Later
Κάθε φορά που αισθάνομαι μπερδεμένη, χαμένη στην σκοτεινή μου πλευρά, ο δρόμος της επιστροφής, είναι στην πραγματικότητα επιστροφή στα βασικά. Τηλ στην Ε., βλέπει ταινίες με τον Τ. «Πάρε ένα ΤΑΧΙ κι έλα» «Θέλω να έρθεις εσύ να με πάρεις» Μουρμουρίζει αλλά έρχεται. Το καλό με τους φίλους είναι ότι δεν χρειάζεται να τους λες πολλά. Καταλαβαίνουν και χωρίς να τους εξηγήσεις. Η Ε. δεν με ρώτησε τι έχω, μπήκα στ’ αυτοκίνητο, βάλαμε μουσική και μ’ άφησε να μιλάω περί ανέμων και υδάτων. Οι φίλοι σου επιτρέπουν να μην εκτίθεσαι.
...and you’ll never..
Τον αστυνομικό τον είδαμε αφού μας έκανε νόημα να σταματήσουμε και μετά. Κι αυτό γιλεκάκι που φοράνε δεν φωσφορίζει αρκετά. Προφανώς τρέχαμε πολύ. «Παρασύρθηκα απ’ το δρόμο και το πάτησα λίγο παραπάνω» «Ε όχι και λίγο ρε κορίτσια…» «Μη μας μαλώνετε τώρα, δείξτε λίγη κατανόηση…» «Πρέπει να κόψω κλήση…Τέλος πάντων…Τι δουλειά κάνεις?» ρωτάει την Ε. «άνεργη είμαι» (ψέμα) «άνεργη με μερσέντες?» «της μαμάς μου είναι, εγώ δεν έχω αυτοκίνητο» (κι άλλο ψέμα). Με τα πολλά μας έκοψε μια κλήση εντελώς γελοία και μείναμε όλοι ευχαριστημένοι.
....gonna keep me down
Όταν φτάσαμε σπίτι του Τ, ένιωσα σα να ήμουν σπίτι μου. Ανοίξαμε ένα κρασί, πιάσαμε κι από έναν καναπέ και τα λέγαμε χαλαρά μέχρι το ξημέρωμα. Δεν είπαμε κουβέντα για το χάσιμό μου, ήταν όμως εμφανές ότι τώρα τα πράγματα ήταν καλά.
Saturday, May 17, 2008
Μια ματιά…
Δεν ήμουν σίγουρη ότι θα φτάναμε ως εδώ. Πίστεψα ότι εκείνος θα είχε παραιτηθεί μετά τους πρώτους 2-3 μήνες. Φαντάζομαι κτ αντίστοιχο πίστευε κι αυτός. Ωστόσο, να ‘μαι τώρα εδώ, στο τρένο, να φτάνω στον κοινό προορισμό.
«Έφτασα» του στέλνω και μου απαντάει σε ποιο καφέ θα τον βρω. Πού πάω, Θεέ μου…Οσέλα κορίτσι μου κάνε μεταβολή και πίσω, δεν είσαι για τέτοια εσύ…Μα τι τα ‘θελα εγώ αυτά…Κι αν κτ δεν πάει καλά? Κι αν δεν είναι εκεί? Κι αν δεν με περιμένει? Κι αν …..?Μήπως να έβαζα λίγο lip gloss? Παρόλα αυτά κατευθύνομαι στο καφέ.
Κοντοστέκομαι, παίρνω βαθιά ανάσα και ανοίγω την πόρτα. Δεν αισθάνομαι τα πόδια μου, το στομάχι μου θα μου βγει απ’ το στόμα, κι καρδιά μου ακούγεται μέχρι την Αυστραλία. Τον βλέπω αμέσως. Κάθεται στο μπαρ, πλάτη σε μένα. Ακούγεται ένα τραγούδι του L. Cohen. Πλησιάζω αργά, γυρίζει το βλέμμα του πάνω μου. Νομίζω συνεννοηθήκαμε με μια ματιά. Ελπίζω δηλαδή. «Πάω στο ξενοδοχείο», του ψιθυρίζω. «Σε περιμένω» συμπληρώνω με το βλέμμα μου. Δεν ξέρω αν το άκουσε, ξέρω όμως ότι κατάλαβε.
Τώρα προχωράω γρήγορα, τώρα βιάζομαι να φτάσω.
Το καλύτερο συναίσθημα είναι η προσμονή.
Thursday, May 8, 2008
ID Game

καλώ τον mmexer, hades+ τσιρκούλη (μπας και ξεκουνηθούν) esta, george & ga, special guest star, as always. Λικεράκι, levi, είμαι περίεργη να δω χειρόγραφό σας...
fvasileiou, thanx!
Sunday, May 4, 2008
Όχι Παίζουμε
Πώς να βρείτε γκόμενο...
Βγαίνουμε στις 01:30. Η καλύτερη ώρα. Όλοι είναι ήδη στο κέφι. Η Μίνα φοράει σωλήνα σατέν παντελόνι και πουκάμισο κι εγώ μια φουστίτσα με πιέτες -όχι πολύ κοντή- κι ένα απλό μαύρο μπλουζάκι με κουμπιά μέχρι τον αφαλό. Το μυστικό είναι να μην κάνεις "μπαμ". Δεν χρειάζεται. Περπατάμε μέχρι το μπαρ. Δεν αισθάνομαι τα πόδια μου απ' το κρύο κι απ' τα τακούνια, αλλά δεν πειράζει. πηγαίνουμε κατευθείαν στο γνωστό μαγαζί. μυστικό νο 2: μην κοιτάς γύρω -γύρω όταν μπαινεις σ' ένα μαγαζί. Τουλάχιστον όχι φανερά. Στριμωχνόμαστε σε μια άκρη στο μπαρ, η Μίνα κτ μου λέει, αλλά δεν ακούω. Χαζεύω τον μπαρμαν. Dio mio! Τα χάνω και γυρίζω πλάτη. Η Μίνα μου κλέινει το μάτι και χαιρετάει έναν τύπο από μακριά. "είναι γιατρός, κάνει το αγροτικό του εδώ." "ε πες του να έρθει. Και να φέρει και τον φίλο του". "Σπρώχνω" τη Μίνα στον γιατρό, κι εγώ χαλαρή κουβέντα με τον φίλο. Βασικά τον έβαλα να καθίσει μπροστά μου, για να μπορώ να κοιτάω τον μπαρμαν. Κάπου κάπου άκουω και τι λέει. Όταν αποφασίζω να πάρω 2ο ποτό, τεντώνομαι στο μπαρ καιτου κάνω νόημα να έρθει. "μία absolut με λεμόνι" "με τί?" "με λεμόνι" "με τί?" κάθε φορά που ρωτάει έρχεται όλο και πιο κοντά. Τεντώνομαι κι εγώ παραπάνω "με .." "..με λεμόνι. το άκουσα απ' την αρχή", μου κλεινει το μάτι και φτιάχνει το ποτό. Τώρα είναι που τον θέλω. Πίνω την βότκα σε 3 γουλιές και 3 τσιγάρα, εποπτεύω την Μίνα που φαίνεται να τα βρίσκει με τον γιατρό, έχω και τον φίλο του ν' απλώνει χεράκι μετά το 2ο ποτό. Προς το παρόν μου πιάνει την μέση όταν μιλάμε. Σκέφτομαι να το ανεχτώ γιατί φαίνεται καλό παιδί και βαριέμαι ν' ασχοληθώ. Γελάω μόνη μου μ' αυτά που σκέφτομαι. Ο μπαρμαν μας φέρνει καινούρια νερά και στο δικό μου ποτήρι έχει κολλήσει την απόδειξη. Πάω να την ξεκολλήσω και έχει γράψει από πίσω :"δώσε καμιά ιδέα για κοκτέηλ." Λιώνω. Του κάνω νόημα οτι δεν έχω στυλό και μου αφήνει έναν στο μπαρ. Οι άλλοι μιλάνε, δε δείχνουν να καταλαβαίνουν τι γίνεται. "σαμπάνια-φράουλες" μόλις το διαβάζει με κοιτάει και χαμογελάει. Σε λίγο μου γράφει "να στο φέρω ή θα παρεξηγηθεί ο φίλος σου?" "ό,τι θέλεις" (=για να δούμε αν θα μασήσεις...) κοντοστέκεται λίγο, αλλά το φέρνει. "ααααα, ωραία" με ρεζιλεύει η Μίνα αμέσως. Και συνεχίζει "ξέρεις, ε, είναι το αγαπημένο της" "ε, γι' αυτο το έκανα κι εγώ. Θέλω να με συμπαθήσει" λεει αυτός κι απομακρυνεται. (μόνο σε συμπαθώ? σε παντρεύομαι, πού πας?)
...σε τρία βήματα
Γύρω στις 4 λέμε να φύγουμε, οι άλλοι δηλαδή, γιατί εγώ είμαι μια χαρά. έχει σπάσει ο κόσμος, κι έρχεται για τσιγάρο μπροστά μας. Μου κάνει νόημα αν έχω αναπτήρα. Είναι από τις στιγμές που νιώθω οτι κτ θα συμβει, σφίγγεται το στομάχι μου, παίρνω το άγχος μου και σηκώνομαι. 2 βήματα μας χωρίζουν και μου φαίνονται 2 χιλιόμετρα. Του δίνω αναπτήρα χωρίς να πω λέξη, αλλά δεν φεύγω. τον κοιτάω, ανάβει το τσιγάρο του χωρίς βιασύνη, σηκώνει το βλέμμα του πάνω μου και μου λέει "θέλεις να σου στρίψω ένα?" (=όχι, σιχαίνομαι τα στριφτά) "ναι, οκ". παρατηρώ τα χέρια του. Μ' αρέσουν. Και μαλλιά του. Οι φαβορίτες του με χαλάνε μόνο. Με ρωτάει πώς με λένε, αν μ' άρεσε το κοκτέηλ και μου δίνει το στιγάρο. απαντάω κοφτά, σαν ηλίθια που είμαι και σχεδόν το βάζω στα πόδια. Σίγουρα με περνάει για τρελή. Την ώρα που φεύγουμε πηγαίνω και του ζητάω το αναπτήρα μου. "Θα στον δώσω...πού θα πάς τώρα?" "στο άφτερ μάλλον" "οκ...οσέλα. θα στον δώσω στο αφτερ" "οκ" (είναι θαύμα το πως δεν λιποθύμησα).
Ευτυχώς δεν άργησε. Χορέψαμε, ήπιαμε μερικά σφηνάκια και με φίλησε. Ήταν σαν σουφλέ σοκολάτας. Και πιο ωραίο. Με το ζόρι τραβήχτηκα. Όταν φύγαμε πήγαμε σπίτι μου. Bonus: Έχει piercing στην αριστερή ρώγα.
After morning
Περάσαμε μερικές μέρες έτσι. Μαζί. Ένα βράδυ-δηλαδή ξημέρωμα, μου ρθε μια ιδέα. Αυτός μισομεθυσμένος, μισοκοιμισμένος, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Σηκώθηκα απ' το κρεβάτι, έτρεξα στο μπάνιο, πήρα ξυραφάκι και αφρό. Γύρισα στο δωμάτιο περπατώντας στις μύτες. Τράβηξα τις κουρτίνες να μπαίνει φως, καθισα πάνω του και έβαλα αφρό στις απαίσιες φαβορίτες "τι κάνεις ρε μωρό μου...?" "σσσσσσσ...μην κουνιέσαι γιατί θα σε κόψω" Γκρίνιαξε λίγο, αλλά μ' άφησε. "τελείωσες?" "ναι" "σειρά μου τώρα!" (δεν το είδα να 'ρχεται) Με γύρισε μπρούμητα, μου σήκωσε τα μαλλιά, πήρε ένα μαύρο στυλό και μου ζωγράφισε την πλάτη. Μου έκανε έναν μεγάλο σκορπιό, που το κεντρί του έφτανε στα κάτω πλευρά μου.