Osela In Life

Wednesday, August 13, 2008

Μέρφυ ή Κοέλο??

Τα κορίτσια ξενυχτάνε
Αφού έχω κάνει το 22:00-06:00 το νέο μου ωράριο, κι αφού έχω γονατίσει απ’ την αϋπνία –ξυπνάω στις 11:00, για να μην χάσω τον ήλιο- αποφασίζω να αποτοξινωθώ για 1-2 μέρες. Να μην βγω καθόλου ρε παιδί μου. Το πολύ πολύ για ένα ποτό. Άντε δύο. Κάπου ήσυχα πάντως. Μ’ αυτά και με τα’ άλλα, πηγαίνουμε σ’ ένα όντως ήσυχο μπαράκι που άνοιξε πρόσφατα. Εγώ, η Μίνα, ο πανίβλακας γκόμενός της και ένας φίλος του, επίσης πανίβλακας, που μου το ‘παιζε και γαμπρός. Τι θράσος, mon Dieu! Κοιτάζω γύρω μου, ψάχνω μια σανίδα σωτηρίας, πριν βουτήξω στην καιπιρόσκα.

Μ’ ένα μυστικό
Η σωτηρία μου φοράει λευκά λινά ρούχα και έχει καστανά μαλλάκια μέχρι τους ώμους, στερεωμένα με μια μικρή στέκα. Κάθεται με 2-3 άλλους και μιλάνε χαλαρά. «Μίνα…» ψιθυρίζω, «σκάσε, τον είδα» μουρμουρίζει κοφτά. That’s my girl… Κοιτιόμαστε, με λίγη δυσκολία βέβαια –γιατί ο πανίβλακας φίλος του πανίβλακα γκόμενου μου κρύβει την θέα. Είμαι έτοιμη να του πω «μπορείς να κάνεις λίγο πιο πέρα γιατί δεν βλέπω?», αλλά κρατιέμαι. Τις επόμενες μέρες ξαναπήγαμε στο ίδιο μαγαζί, τον ξαναείδα, κοιταζόμασταν,.. αλλά δεν μιλήσαμε. Μέχρι που μια μέρα μπήκε στο μαγαζί μετά από εμάς, ήρθε και κάθισε μόνος του στο σκαμπό δίπλα μου και μας κέρασε σφηνάκια. Γύρισα προς το μέρος του για να τσουγκρίσουμε, αλλά μου φάνηκε τόσο obvious, τόσο πασιφανές και στημένο, που ντράπηκα και ούτε το ήπια. Με κοίταξε έκπληκτος, εγώ μουρμούρισα κτ τύπου «δεν πίνω τεκίλα», αλλά νομίζω ότι αυτός στράβωσε. Δεν με ξανακοίταξε. Ήταν γελοίο. Καθόμασταν δίπλα-δίπλα, και δεν είπαμε ούτε μια λέξη. Γμτ!

Όο
Έφυγε σε μισή ώρα μ’ ένα ξερό «καληνύχτα». Εγώ ήπια το υπόλοιπο κοκτέηλ, μάζεψα τα νεύρα μου, πήρα και τη Μίνα και πήγαμε για το ποτό της παρηγοριάς στο πιο κοντινό μπαρ. Δεν ξέρω αν είναι ο νόμος του Μέρφυ ή του Κοέλο, αλλά ο τύπος κάθεται στη γωνία του μπαρ και με κοιτάζει. Μέρφυ ή Κοέλο λοιπόν? Το ρισκάρω και κάθομαι δίπλα του. Με ρωτάει τι κάνω, και πιάνουμε κουβέντα. Αυτός 37 κι εγώ 26. Λέει ότι μπροστά σ’ αυτόν είμαι πιπίνι. Μιλάμε περί ανέμων και υδάτων για καμιά ώρα, με ρωτάει πόσο θα μείνω, πού πάω για μπάνιο, μου λέει όμως ότι του αρέσει πολύ το βλέμμα και το χαμόγελό μου. Με ρωτάει αν παρεξηγούμαι που με κοιτάζει επίμονα. Λέω όχι. Δεν λέει τπτ. Έρχεται η ώρα να φύγω και μου λέει απλώς «χάρηκα» (τι χάρηκες ρε βλάκα, έτσι χαίρεται ο κόσμος???) Γυρίζω σπίτι απογοητευμένη. Δεν φτάνει που μοιάζει 30 και είναι 100 χρονών, δεν με θέλει κιόλας! Θα σκάσω.

Έτσι είμαι κι εγώ!
Το βράδυ πριν φύγω, συναντιόμαστε στο ίδιο μαγαζί. Μου χαμογελάει, μου μιλάει από μακριά, κοιτιόμαστε αλλά μέχρι εκεί. Τα νεύρα μου. Σηκώνομαι να φύγω και ταράζεται. «Φεύγεις?» «Έφυγα».
Και ρωτάω: Πόσο βλάκας είναι? Αν δεν γουστάρει, γιατί να φλερτάρει για μέρες, γιατί να μπει στον κόπο εξαρχής? Καταλαβαίνει προφανώς ότι εγώ θέλω και κάνει παιχνιδάκια? Θα του δείξω εγώ!
posted by osela at 21:22 17 comments